Ἀπολλωνιακός

Ἀπολλωνιακός
Ἀπολλ-ωνιακός, ή, όν,
A = Ἀπολλώνιος 1, Ph.2.560, Dam.Pr.95, Olymp.Vit.Pl. p.1 W.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ἀπολλωνιακός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακῶν — Ἀπολλωνιακός fem gen pl Ἀπολλωνιακός masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακόν — Ἀπολλωνιακός masc acc sg Ἀπολλωνιακός neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακαί — Ἀπολλωνιακός fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακῆς — Ἀπολλωνιακός fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακῇ — Ἀπολλωνιακός fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακή — Ἀπολλωνιακός fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακήν — Ἀπολλωνιακός fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακῶς — Ἀπολλωνιακός adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀπολλωνιακάς — Ἀπολλωνιακά̱ς , Ἀπολλωνιακός fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”